Dictionary

στάβαρον σταβατίνης Σταβεριανός σταβεύς Σταβίας Σταβιλίων σταβλάριον Σταβλησιανοί σταβλίτης στάβλον σταβόλιχον στάγδην Στάγειρα Σταγειρίτης Σταγειρῖτις Στάγειρος στάγες σταγετός στάγην Στάγης στάγιον Στάγιρα Σταγιρίτης Σταγιρῖτις Στάγιρος στάγμα σταγματοπώλης σταγμός σταγονιαῖος σταγονίας Σταγόνιον σταγονῖτις σταγονόθαλπος σταγρόν σταγών Σταγών Στάγων σταδαῖος στάδην σταδία Στάδια σταδιαδρομέω σταδιαδρόμος σταδιαῖος σταδιάρχης σταδίας σταδιασμός σταδιεύς Σταδιεύς σταδιευτής σταδιεύω σταδίη σταδινόν σταδιοδρομέω σταδιοδρόμης σταδιοδρόμος στάδιον στάδιον τό Παναθηναϊκόν στάδιος σταδισμός Σταδμέας Σταδμειός στάζω σταθείς Στάθεις στάθεν σταθερός σταθερότης σταθερῶς στάθευσις σταθευτός σταθεύω σταθῆναι σταθηρός σταθηρότης στᾶθι σταθμάω σταθμεία σταθμέομαι σταθμεύω σταθμέω στάθμη σταθμηλάται στάθμημα στάθμησις σταθμητέα σταθμητικός σταθμητός Σταθμία σταθμίδιον σταθμίζω σταθμικός σταθμίον στάθμιον Στάθμιος σταθμίς σταθμιστής σταθμιστί σταθμιστικός Σταθμίτας σταθμοδοσία σταθμοδοτέω σταθμοδότης σταθμόν σταθμόνδε σταθμόομαι σταθμός σταθμοῦχος σταθμόω σταθμώδης σταθμών στᾶθος σταθῶ σταῖεν σταίην σταῖμεν σταινίον Στάϊος σταιρόν σταίς σταῖς σταῖτε σταιτήϊα σταιτήϊος σταιτίας σταιτινοκογχομαγής σταίτινος σταιτίον σταιτίτης σταιτουργός σταιτώδης στακτερία στακτή Στάκτη στακτικός στακτός στακτώδης στάλα σταλαγεῖ σταλαγέω στάλαγμα σταλαγμιαῖος σταλαγμίας σταλάγμιον σταλαγμός σταλάζω Σταλάκκιος Σταλάκκις σταλακτικός σταλακτίς σταλακτός σταλάσσω σταλᾶτις σταλάττω σταλάω σταλεηδόνες στάλη σταληδών σταλῆναι σταλίδωμα σταλίζομαι στάλιξ σταλίς σταλῖτις Στάλκας Σταλκκιανός στάλλα σταλουργός σταλόω στάλσις σταλτέον σταλτέος σταλτικός σταλύζω στάλυξ Στάλφων σταλῶ σταμαγορίς στᾶμεν σταμίν σταμίς Στάμις σταμνάριον σταμνίας σταμνίον Στάμνιος σταμνίσκος στάμνος Στάμνος σταμνοῦρος στάμων στάν στάνει στάνης Στανις στανύω στάξ στάξις Σταος Σταπόλεμος σταρεῖ σταρέστω Στάρτα σταρταγέτας Σταρτοκύδης σταρτός Στάρτοφος στάς στᾴς Στασαγόρας Στασαγορῖνος Στασάγορος Στάσανδρα Στάσανδρος στασάνη Στασάνωρ Στάσαρχος Στασέας στασιάζω Στασιάναξ στασιάρχης στασιαρχία στασίαρχος Στασίας στασίασις στασιασμός στασιαστής στασιαστικός στασιαστικῶς Στασιγένης Στασίδαμος Στασίδημος Στασιδίκα στασίζω Στασιθέα Στασίθεμις Στασικλῆς Στασικράτεια Στασικράτης Στασικρέτης Στασίκυπρος Στασίλαος Στασίλας Στασιμβρότη Στασίμβροτος Στασιμένης Στασίμη στασιμοποιός στάσιμος Στάσιμος στάσιμως Στασίνικος Στασῖνος στασίνχαλκον Στασίοικος στασιοκοπέω Στάσιον στασιοποιέω στασιοποιΐα στασιοποιός Στασιοῦχος Στασίοχος Στασίπολις Στάσιππος στάσις Στᾶσις Στασιτίμα Στασίτιμος Στασίφιλος Στασίφυλος Στασιφῶν Στασίχαρις Στασίχορος στασιώδης Στασίων στασίωρον στασιωρός στασιωτεία στασιώτης στασιωτικός στασιωτικῶς στάσκε στάσκεν Στάσουν Στασυλλεός Στάσων στατά Στάταλες στατάριον Στάτειρα στάτεισις στατέον στατέος στάτευσις στατεύω στατή στατήρ στατηριαῖος στατηρίσκος στατηρισμός στατηρός Στατία στατιαῖον Στατιανός στᾳτίας στατίδας στατίζω στατικός Στατιλία Στατιλιανός Στατίλιος Στατίλις Στατίλλιος στατίνη στᾴτινος Στάτιος Στατίρας στᾳτίτης στατιών στατιωνάριος στατιωνίζω στατός στάτρια Στατύλλιον Στατύλλιος Στάτυλλος στάτωρ Στάτωρ σταυνίξ Σταυράκιος Σταῦραξ σταυρηδόν σταυρικός σταυρίον Σταύριος σταυροειδής σταυροειδῶς σταυροκόμιστος σταυρός σταυρότυπος σταυροφάνεια σταυροφανῶς σταυροφόρος σταυρόω σταύρωμα σταυρώσιμος σταύρωσις σταυρωτήρ σταυρωτής σταφιδευταῖος σταφίδιον σταφίδιος σταφιδίτης σταφιδῖτις σταφιδοποιΐα σταφιδόω σταφίς Σταφίς στάφος σταφυλάγρα σταφυλεπάρτης σταφυλή σταφύλη Σταφύλη σταφυληγέω σταφυληκόμος Σταφυλῆς σταφυλητομία σταφυλητόμος σταφυληφόρος σταφυλίζειν σταφυλίζω σταφυλῖνος σταφύλινος σταφυλιοκαύστης σταφύλιον σταφυλίς Σταφυλίς Σταφύλις σταφυλίτης σταφυλοβολεῖον σταφυλοβόλιον Σταφυλοδαίμων σταφυλόδενδρον σταφυλοδρόμας σταφυλοδρόμοι σταφυλοκάτοχον σταφυλοκαύστης σταφυλοκλέπτης σταφυλοκλοπίδης σταφυλολόγον σταφυλολόγος Σταφύλος Στάφυλος σταφυλοτομέω σταφυλοτομία σταφυλοτόμον σταφυλοτόμος σταφυλοφόρος σταφύλωμα σταχάνη Σταχέμφαξ στάχι σταχυηκομάω σταχυηκομέω σταχυηκόμος σταχυηλόγος σταχυηρός σταχυητόμος σταχυητρόφος σταχυηφορέω σταχυηφόρος σταχύϊνος σταχυΐτης σταχυῖτις σταχυμήτωρ σταχυοβολέω σταχυοειδής σταχυόθριξ σταχυολογέω σταχυολογία σταχυολόγον σταχυολόγος σταχυόομαι σταχυοπλόκαμος σταχυοστέφανος σταχυοτομέω σταχυοτόμος σταχυοτρόφος σταχυοφορέω σταχυοφόρος σταχυόω στάχυς Στάχυς σταχυφορέω σταχυώδης στάω στεάζω στέαρ στεάτινος στεάτιον στεατίτης στεατοκήλη στεατόομαι στεατόω στεατώδης στεάτωμα στεατωμάτιον στεγάζω στεγανή στεγάνη στεγανογραφία στεγανογράφος στεγανομέομαι στεγανόμιον στεγανόμος στεγανόπους στεγανός στεγανότης στεγανόω στεγάνωμα στεγανῶς στέγαξις στέγαρχος στεγάρχων στεγάσιμος στέγασις στέγασμα στέγασσις στεγαστέον στεγαστήρ στεγαστής στεγαστός στεγαστρίς στέγαστρον στέγη στεγήρης στεγίτης στεγῖτις στεγνοπαθέω στεγνοποιέω στεγνοποίησις στεγνός στεγνότης στεγνοφυής στεγνόω στέγνωσις στεγνωτικός στεγονόμια στεγονόμιον στεγοποιέομαι στεγοποιέω στέγος στεγύλλιον στέγω στέγωσις στέθματα στεῖαρ στειβεύς στειβία στείβω στεῖλαι στειλαιός στειλεά στειλέα στειλειά στειλειάριον στειλειή στειλειόν στειλειός στειλεός στειναύχην στεινόπορος στεινός στεῖνος στεινότης στεινόω στείνω στείνωμα στείνων στεινωπός στείομεν στειπτός στεῖρα στειρεύω στείρη Στειριά Στειριακός Στειριάνδε Στειριεύς Στεῖρις στεῖρος στειρότης στειροφυής στειρόω στειρώδης στείρωμα στείρωσις στειρωτικός στειφρός στείχω στεκτέον στεκτικός Στεκτόριον στελγίδιον στελγιδολήκυθος στελγιδοποιός στελγίζω στελγίς στέλγισμα στέλγιστρον στελεά στελεγγίς στελεή στελειόω στελεόν στελεός στελεόω στελεφοῦρος στελέφουρος στελεχηδόν στελεχητόμος στελεχιαῖος στελέχιον στελεχόκαρπος στέλεχος στελεχόω στελεχώδης στελέω στελήν στελίδιον στελιον στελίς στέλλα στελλάνδρα Στελλανδρίδης Στελλίας στελλίδιον Στέλλος στέλλω στέλμα στελμόνια στελμονίαι στελύπην στεμβάζω στεμβάσεις στέμβω στέμμα στεμματηφορέω στεμματιαῖον στεμματίας στεμμάτιον στεμματοφορία στεμματοφόρος στεμματόω στεμφυλίας Στεμφύλιος στεμφυλίς στεμφυλίτης στεμφυλῖτις στέμφυλον στεμφυλούργιον στεμφυλουργός Στεμφυλοχαίρων στέμφω Στενά στέναγμα στεναγματώδης στεναγμός στεναγμώδης στενάζω στενακτέον στενακτικός στενακτός στενάσαι στεναύχην στεναχεῖλαι στεναχέω στεναχή στεναχίζω στενάχω στενή Στενίδας στένιον στενόβουλος στενοβριθής στενόβρογχος στενόεις στενοεπιμήκης στενοθώραξ στενοκοίλιος στενοκομιδή στενοκορίασις στενοκύμων στενοκώκυτοι στενοκώκυτος στενολεσχέω στενολέσχης στενολεσχία στενολογέω στενολόγον στενολόγος στενόμακρος στενομήκης στενοπαθέω στενοπορθμίς στενόπορθμος στενοπορία στενόπορος στενόπους στενοπρόσωπος στενόπρωκτος στενόρρινος στενορρύμη στενορρύμιον στενός στένος στενόσημος στενόστομος στενότης στενοτράχηλος στενόφλεβος στενοφλεβοτόμος στενοφυής στενοφυλλία στενόφυλλος στενόφωνος στενοχωρέω στενοχώρημα στενοχωρής στενοχώρησις στενοχωρία στενόχωρος στενόω Στεντόρειος Στεντορίς Στέντωρ στενυγρός στενυγροχωρίη στενυγρόω Στενύκληρος στένω στενώδης στένωμα Στένων στενώπαρχος στενωπεῖον στενωπή στενωπός στενῶς στένωσις Στεπτήριον στεπτήριος στεπτικός στεπτός στέπτω στεργάνος στέργανος στέργηθρον στέργημα στεργίς στεργοξύνευνος Στεργύλος στέργω στερέϊνος στερείς στερεμνιόομαι στερέμνιος στερεμνιόω στερεμνιώδης στερεμνίως στέρεμνος στερεοβαρής στερεοβάτης στερεοβόας στερεογνώμων στερεόδερμος στερεοειδής στερεοκάρδιος στερεομετρέω στερεομέτρης στερεομετρία στερεομετρικός στερεοπαγής στερεοποιέω στερεοποίησις στερεόπους στερεός στερεόσαρκος στερεόστρακος στερεότης στερεόφρων στερεόω στερέσιμος στέρεσις στερέω στερεώδης στερέωμα στερεωματίζω στερεωπός στερεῶς στερέωσις στερεωτής στερεωτικός στέρημα στερήσιμος στέρησις στερητέος στερητικός στερητικῶς στερίζω στέριπο στερίσκω στεριφεύομαι στεριφνός στεριφόομαι στεριφόπεπλος στεριφοποιέω στέριφος στεριφότης στεριφόω στερίφωμα Στερκορία Στερκόριλλα Στερκόριος στερκτέον στερκτικός στερκτός στερνίδιον στέρνιξ στερνίον στέρνιον στερνίτης στερνῖτις στερνοβριθής στερνοκοπέομαι στερνοκτυπέω στερνοκτύπος στερνόμαντις στέρνον στερνοσχιδής στερνοσώματος στερνοτυπέομαι στερνοτυπής στερνοτυπία στερνοτυπτέομαι στερνοτύπτης στερνοῦχος στερνόφθαλμος στερνοφορέω στερνώδης στέρξις στέρομαι στεροπεύς στεροπή Στερόπη στεροπηγερέτα Στερόπης στερός στέροψ στερροβαρής στερροβόας στερρόγυιος στερρόνους στερρόομαι στερροποιέω στερρός Στερρός στερροσώματος στερρότης στερρόω στερρῶνυξ στερρῶς στερρωτικός Στερτίνιος στερφίνα στέρφινος στέρφνιον στέρφνιος στερφόπεπλος στέρφος στερφόω στέρφωσις στερφωτήρ στερχανά στερχθείς στέρψανον στέρω στέρωμα στεῦμαι στεφαλίβανος Στεφανάκις στεφαναπλοκέω στεφαναπλόκος Στεφανᾶς στεφαναφορέω στεφαναφορία στεφανεῦμαι στεφάνη Στεφάνη Στεφανηα στεφανηδόν στεφανηπλοκέω στεφανηπλοκία στεφανηπλόκια στεφανηπλόκιον στεφανηπλόκος Στεφανήπολις Στεφανής στεφανηφορέω στεφανηφορία Στεφανηφορία στεφανηφόρια στεφανηφορικός Στεφανηφορικός στεφανηφόρος Στεφανηφόρος Στεφανία στεφανιαῖος στεφανίας Στεφανίδης στεφανίζω στεφανικός Στεφανικός στεφάνιον Στεφάνιον Στεφάνιος στεφανίς Στεφανίς στεφανίσκος Στεφανίτας στεφανίτης Στεφανίτης στεφανιτικός στεφανῖτις στεφανίων Στεφανίων Στεφανοκλῆς στεφανοπλοκέω στεφανοπλοκία στεφανοπλόκιον στεφανοπλόκος στεφανοποϊκή στεφανοποιός στεφανοπώλης στεφανοπωλήτρια στεφανόπωλις στεφανος Στεφανος στέφανος Στέφανος Στέφανος ὁ Χαμεύς στεφανοσταύριον Στέφανους στεφανοῦχος στεφανοφορέω στεφανοφορία στεφανοφόρος στεφανόω Στεφανώ στεφανώδης στεφάνωμα στεφανωματικός στεφάνωσις στεφανωτής στεφανωτικός στεφανωτίς στεφανωτρίς στεφέτην στεφηπλόκος στεφηφορέω στεφηφορία στεφηφόρος Στεφηφόρος Στέφον στέφος στέφω στεφών Στέφων στέψις στέωμεν στῆ στῇ στηβύσσειν στήγανον στήγω στήδην στηδόν στήῃ στήῃς στηθαῖον στηθάριον στήθειος στήθεσφιν στηθήνιον στῆθι στηθιαῖος στηθίας στηθίδιον στηθικός στηθίν στηθίνιον στηθίον στηθιστήρ στηθοδέσμη στηθοδεσμία στηθοδέσμιον στηθοδεσμίς στηθόδεσμον στηθόδεσμος στηθοειδής στηθομελής στῆθος στηθύνιον στήκω Στῆλαι στήλη Στήλη στήληκα Στήλης στηλήτης στηλῆτις στηλίδιον στηλίον στηλίς στηλίτευμα στηλίτευσις στηλιτευτικός στηλιτεύω στηλίτης στηλῖτις Στῆλλος στηλοβάτης στηλογραφέω στηλογραφία στηλοειδής στηλοκόπας στηλοκοπέω στηλοκόπης στηλοκόπος στηλουργός στηλοῦχος στηλόω στηλύδριον στήλωμα στήλωσις στῆμα στημαγορίς στημάτιον στήμεναι στημίον στημνίον στήμνιος στημονάριον στημονητικός στημονίας στημονίζομαι στημονικός στημόνιον στημόνιος στημονονητικός στημονοφυής στημονώδης στημορραγέω στήμων στῆναι Στήνια στηνίον στήνιον στηνιῶσαι στῆνος στῆρ στῆρα στήριγμα στηριγμοθέτης στηριγμός στῆριγξ στηρίζω στηρικτέον στηρικτής στηρικτικός στηρικτός στήριξις στήριον Στῆρις Στησαγόρα Στησαγόρας Στησαγόρης στῆσαι Στήσανδρος Στήσαρχος Στησᾶς Στησήνωρ Στησιάδης Στησίας Στησιγόνη Στησικλείδης Στησικλῆς Στησικράτη Στησικράτης Στησίλαος Στησιλεΐδης Στησίλειος Στησίλεως Στησίμαχος Στησίμβροτος Στησιμένης Στήσιμος στήσιος Στήσιος Στησίοχος Στησίπολις Στήσιππος Στησίτιμος στησίφυλλον Στησιχόρειος Στησιχόρη στησίχορος Στησίχορος Στησίων στήσω στήτα στήτη στητώδης στήωσι στῖ στία στιάζω Στίαξ στιβάδειον στιβαδεύω στιβάδιον Στιβαδίων στιβαδοκοιτέω στιβαδοποιέομαι στιβαδοποιέω στιβάζω Στίβανδρος στιβαρηδόν στιβαρός στιβαρότης στιβαρῶς στιβάς Στιβάς στίβασις στιβδός στιβεία στιβεῖον στιβεύς στιβευτής στιβεύω στιβέω Στιβέων στιβή στίβη στιβήεις στίβι στιβία στιβιάω στιβίζομαι στιβίζω στιβίη στιβική στιβιλίς στίβος στίβω Στίβων στιγεύς στίγμα στιγμαῖος στιγματηφορέω στιγματηφόρος στιγματίας στιγματίζω στιγματοφόρος στιγμή στιγμιαῖος στιγμικός στιγμός στίγος στιγών στίγων στίζω στικτέον στικτέος στίκτης στικτόπους στικτός στικτόχροος στικτόχρους στῖλα Στίλας στιλβαῖος στιλβάς στίλβη στιλβηδόν στιλβηδών Στιλβίδης στιλβόντως στιλβοποιέω στιλβός Στίλβος στιλβότης Στίλβουν στιλβόω στίλβω στίλβωθρον στίλβωμα στίλβων Στίλβων Στιλβώνδας Στιλβωνίδης στίλβωσις στιλβωτής στίλβωτρον στίλη στίλος Στίλπα Στιλπᾶς Στίλπας Στιλπίων στιλπνός στιλπνότης στιλπνόω στιλπνωτής στιλπνωτικός Στιλπυρίς Στίλπυρος στίλπων Στίλπων στίλψις στῖμι στιμία στιμίζω στῖμις στίμμι στιμμίζω στίμμις στίμμισμα στίξ στίξ* στίξις στῖξις στῖον Στίπακος στιπεουργός στιπουργός στιππεῖον στιππῖον στιππόϊνος στιπποκογχιστής στίππον στιπποπραγματευτής στιπποτιμητής στιππουργός στιπποχειριστής στιππύϊνος στιππύον στιππυουργός στιπτός στιπύϊνος Στίπων Στῖρις στιτθόν Στιφολαΐδας Στίφος στῖφος στιφράω στιφρός στιφρότης στιφρόω στιχαοιδός στιχάομαι στιχάριον στιχάς στιχάω στιχελεγεῖον στίχες στίχη στιχηδόν στιχήρης στιχηρός στιχίαμβος στιχίδιον στιχίζω στιχικός στίχινος στίχιον Στιχίος Στίχιος στιχίς στιχισμός στιχιστής στιχογράφος στιχολογέω στιχολογία στιχολόγος στιχομυθέω στιχομυθία στιχοπλανήτης† στιχοπλοκέω στιχοπλόκος στιχοποιέω στιχοποιΐα στιχοποιός στιχός στίχος Στίχος στιχουργέω στιχούργημα στιχουργία στιχουργός στίχω στιχῳδός Στίχων στιώδης Στιώνδας Στλακκιανός Στλάκκιος στλεγγίδιον στλεγγιδολήκυθος στλεγγιδοποιός στλεγγίζω στλεγγίον στλεγγίς στλέγγισμα στλέγγιστρον στλεγγοποιός στλέγγος στλεγγύς στλίξ στοά στοά Ἠχοῦς στοαοροφή στοβάζω Στοβαῖος στόβασμα στοβέω Στόβοι στόβος Στοδμηνός στοιά στοιβάζω στοιβάς στοιβασία στοιβάσιμος στοίβασις στοιβασμός στοιβάς, στιβάς στοιβαστής στοιβαστός στοιβέω στοιβή στοιβηδόν στοιβίον στοιβοειδής στοΐδιον Στοϊκός Στοιχάδες Στοιχαδεύς στοιχαδικός στοιχαδίτης στοιχαδῖτις Στοιχαῖος Στοιχαΐς στοιχάριον στοιχάς Στοιχεία στοιχειακός στοιχειακῶς στοιχειαταί στοιχειογραφέω στοιχειοκράτωρ στοιχεῖον στοιχειόω στοιχειώδης στοιχειωδῶς στοιχείωμα στοιχειωματικοί στοιχειωματικός στοιχείωσις στοιχειωτής στοιχειωτικός στοιχειωτός στοιχευτής στοιχέω στοιχηγορέω στοιχηδίς στοιχηδόν στοίχημα στοιχητέον στοιχητής στοιχιαῖος στοιχίδιον στοιχίζω στοιχικός στοιχισμός στοιχομυθέω στοῖχος στοιχούντως στοιχώδης στολαγωγέω στολαγωγός στολάζομαι στολάρχης στολαρχία στόλαρχος στολάς στολή Στόλη Στολιάδας στολίδιον στολιδόομαι στολιδόω στολιδώδης στολίδωμα στολιδωτός στολίζω στολίον στόλιον Στόλιππος στολίς Στολίς στόλισις στόλισμα στολισμός στολιστεία στολιστήριον στολιστής στολμός στολοδρομέω στολοκρατές στόλοκρος στόλος Στόλος στολυξώδης Στόλων στόμα στομαδιαστολεύς στομακάκη στομαλγέω στομαλγής στομαλγία στόμαλγος στομαλίζομαι στομαλίμνη στομάλιμνον στομαργέω στομαργία στόμαργος Στομᾶς Στόμας στοματεύω στοματικός στομάτιον στοματοδιαστολεύς στοματουργός στομαυλέω στομαχέω στομαχικεύομαι στομαχικός στομαχικῶς στομάχιον στόμαχος στομβάζω στόμβος στομήρης Στομῆς Στόμης Στομιανή στομίας στομίζομαι Στομίλος στόμιον Στόμιος στομίς στόμις στομοδόκος στομοκάκη στομοκοπέω στομοποιέω στόμος στομόω στομύλλω στομύλος στομφάζω στόμφαξ στομφασμός στομφαστικός στομφολογέω στομφός στόμφος στομφόω στομφώδης στομώδης στόμωμα στομωμάτιον Στόμων στόμωσις στομωτήρ στομωτής στομωτός στοναχέω στοναχή στοναχίζω στόναχος στονόεις στόνος στόνυξ στονυχώδης στόποδες Στοράνη Στόραξ στορβάζειν στοργέω στοργή Στόργη στοργικός στορέννυμι Στορέσας στορεστής στορεύς στόρθη στόρθυγξ στόρθυξ Στόρμαις στόρνη στόρνυμι στορνυτέος στορνύω στορπάν Στορπᾶος στορύνη στορχάζω Στοσάρακος Στούδιος Στουδιῶσος στουμνά στοῦπος Στουρία στοχάζομαι στοχανδόν στοχάς στόχασις στόχασμα στοχασμός Στόχασμος στοχαστέον στοχαστής στοχαστικός στοχαστικῶς στόχος Στράβαινος στραβαλοκόμας στραβαλοκομάω στραβαλός Στράβαξ Στραβᾶς Στράβας στραβέλαφος Στραβέλαφος στραβεύς στράβη στράβηλος στραβίζω Στράβιος στραβισμός στραβοπόδης στραβός στραβότης στράβων Στράβων στραγγαλάω στραγγάλη στραγγαλιά στραγγαλιάω στραγγαλίζω στραγγάλιον στραγγαλίς στραγγαλισμός στραγγαλιώδης στραγγαλόομαι στραγγαλόω στραγγαλωτός στραγγεία στραγγεῖον στράγγευμα στραγγεύομαι στραγγεύω στραγγία στραγγίας στραγγίζω στραγγίς στραγγοειδῶς στραγγός στραγγουρέω στραγγουρία στραγγουριάω στραγγουρικός στραγγουριώδης στράγγω στραγγῶς στραγεύομαι στράγξ στραγός Στράμβος Στραμμενός Στράμμενος στράνθανα στραπή στράπτω Στράτα στραταγέω Στρατάγιος Στραταγίς στραταγός Στράταγος στρατάομαι Στρατάρχας στραταρχέω στρατάρχης στραταρχία στραταρχικός στράταρχος Στράταρχος Στρατᾶς στρατάω Στρατέα Στρατέας Στρατέγιος στρατεία Στρατεία Στράτεια στράτειος στράτευμα στρατευματικός στρατευσείω στρατεύσιμος στράτευσις στρατευτέον στρατευτικός στρατεύω στρατή στρατηγεῖον στρατηγέτης στρατηγέω στρατήγημα στρατηγητέον στρατηγητικός στρατηγία Στρατηγία Στρατηγιανή Στρατηγιανός στρατηγιάω στρατηγίη στρατηγικός Στρατηγικός στρατηγικῶς στρατήγιον Στρατήγιος στρατηγίς Στρατηγίς Στρατήγις στρατηγός Στρατηγός Στράτηγος Στρατηΐα στρατηΐη στρατηλασία Στρατηλάτας στρατηλατέω στρατηλάτης στρατηλατικός στρατηλάτις στρατήλατον Στρατήν Στρατῆς Στράτης στρατιά Στρατία στρατιάρχης στρατίαρχος Στρατίας Στρατίδης στρατιή Στρατιλία Στρατῖνος Στράτιον Στρατίος στράτιος Στράτιος Στρατίππα Στράτιππος Στράτις Στράτισος Στρατίων στρατιωτάριον στρατιώτης Στρατιώτης στρατιωτικός Στρατιωτικός στρατιωτικῶς στρατιῶτις στρατοβάτης Στρατόβουλος Στρατογένης Στρατόδαμος Στρατόδημος στρατοκῆρυξ Στρατόκλεια Στρατοκλείδης Στρατοκλεῖς Στρατοκλῆς Στρατοκλῖς Στρατοκύδης Στρατόλα Στράτολα Στρατόλαος Στρατόλας στρατολογέω στρατολογία στρατολόγος στρατόμαντις Στρατόμαχος Στρατονίκα Στρατονίκεια Στρατονίκειος Στρατονίκη Στρατονικής Στρατονίκης Στρατονικιανή Στρατονικιανός Στρατονικίδης Στρατονίκιος Στρατονικίς Στρατονῖκος Στρατόνικος Στρατοννώ Στρατόπεδα στρατοπεδάρχης στρατοπεδαρχία στρατοπεδαρχικός στρατοπεδεία στρατοπέδευμα στρατοπέδευσις στρατοπεδευτικός στρατοπεδεύω στρατόπεδον Στρατόπεδον Τυρίων Στρατοπείθης στρατόπλωτος στρατός Στράτος Στράτουν στρατοϋπηρέτης στρατουργία Στρατοφάνης στρατόφι Στρατόφιλος στρατοφύλαξ Στρατοφῶν στρατόω Στράττις Στράττος Στραττώ Στράτυλλα στρατύλλαξ Στρατυλλίς Στράτυλλος Στρατώ Στρατώι Στρατώϊον Στράτων Στρατῶναξ Στρατώνδης Στρατωνιανός Στρατωνίδας στρατωνίδης Στρατωνίδης Στρατωνίς στράτωρ στραφείς στραφῆναι στράφω στραχύ Στραψιμένης Στρέβις στρέβλα στρέβλευμα στρέβλη στρεβλοκάρδιος στρεβλοκέρατος στρεβλόκερως στρεβλόπους στρεβλόρριν στρεβλός στρεβλότης στρεβλόχειλος στρεβλόω στρέβλωμα στρέβλωσις στρεβλωτήριον στρεβλωτήριος στρεβλωτής στρεβλωτικός Στρείβουν στρέμμα στρέπταιγλος στρεπτάριον στρεπτήρ στρεπτίκιος στρεπτικός στρεπτίνδα στρεπτόλυτον στρεπτός στρεπτοφόρος στρευγεδών στρεύγομαι στρεύγω στρέφανον στρεφεδινέω Στρεφένεως στρέφος στρεφόω στρέφω στρέφωσις Στρέψα στρεψαῖος Στρεψαῖος στρέψασκον στρεψαύχην στρεψηλάκατος Στρεψήλιος Στρεψιάδας Στρεψιάδης στρεψίκερως στρεψίμαλλος στρεψίμελος Στρεψιππίδας στρέψις στρεψοδικέω στρεψοδικοπανουργία στρεψοδινέω στρήνα στρηνής στρηνιάω Στρήνιος Στρηνίων στρηνός στρῆνος Στρῆνος στρηνόφωνος στρηνύεται στρηνύζω στρηνύομαι στρῆξις στριβιλικίγξ στρίβος στρίγλος στριγμός στρίγξ στριγχός Στρίγων Στριεγώης στρικτόν στρικτόριον στρικτός Στρίμπων Στρίμφακος στρίξ Στριφίας στριφνός στρίφνος στριφνότης στρίφος στριφοῦ στροβάζων στροβάνικος στροβανίσκος στροβεία στροβελοβλέφαρος στροβελόν στροβελός στροβεύς στροβέω στροβητός στροβιλᾶς στροβιλέα στροβιλεϊνόν στροβιλέω στροβιλεών στροβίλη στροβιλίζω στροβίλινος στροβίλιον στροβίλιος στροβιλίτης στροβιλοβλέφαρος στροβιλοειδής στροβιλοκομάω στροβιλός Στροβίλος στρόβιλος Στρόβιλος στροβιλόω στροβιλώδης στροβόομαι στρόβος Στρόβους στροβύλος Στρόβων στρογγυλαίνω στρογγύλευμα στρογγυλεύω Στρογγύλη στρογγυλίζω στρογγύλιον στρογγύλισμα Στρογγυλίων στρογγύλλω στρόγγυλμα στρογγυλόγλυφος στρογγυλοδίνητος στρογγυλοειδής στρογγυλοειδῶς στρογγυλόκαυλος στρογγυλόλοβος στρογγυλοναύτης στρογγυλόπλευρος στρογγυλόπους στρογγυλοπρόσωπος στρογγύλος Στρογγύλος στρογγυλότης στρογγυλοτομία στρογγυλόω στρογγύλωμα στρογγύλως στρογγύλωσις στρογγυλώψ Στρογιήν στροιβᾶν στροιβάω στροιβέω στροίβηλος στροιβός Στροῖβος Στροΐμηρος στρομβεῖον στρομβέω στρόμβη στρομβηδόν στρόμβιλον στρομβίον Στρόμβις Στρομβιχίδας Στρομβιχίδης Στρόμβιχος στρομβοειδής στρόμβος Στρόμβος στρομβόω Στρομβυλίων στρομβώδης Στρόμβων στροπά στροταγέω στρόταγος Στρότας Στροτία Στροτῖνος Στροτίων Στροτονίκα στρότος Στροττώ Στροτυλλίς Στρότων στρουθάριον Στρουθᾶς Στρούθας στρούθειον στρούθειος Στρούθη Στρούθης στρουθίας Στρουθίας στρουθιασμός στρουθίζω στρούθινος στρουθιοκάμηλος στρουθιόμηλον στρουθίον στρούθιον Στρούθιον στρούθιος Στρούθιος Στρούθιππος στρουθίς Στρουθίς Στροῦθις στρουθισμός στρουθίων Στρουθίων Στρουθοβάλανοι στρουθοκάμηλος στρουθοκέφαλος στρουθοπιαστής στρουθόπους στρουθός Στροῦθος Στρουθοφάγοι στρουθοφάγος Στρουθοφάγος στρουθώδης Στρούθων στρουθωτός στρουκτώριον Στρούνιος Στρούφακος Στρούφιος Στρούχατες Στρόφα Στροφάδες στροφαῖος Στρόφακος στροφάλιγξ στροφαλίζω στρόφαλος στροφάς στροφάω στροφεῖον στροφεύς στροφέω στροφή Στροφή Στροφῆς στροφίγγιον στροφιγγοειδής στροφιγγοειδῶς στρόφιγξ Στροφίη στροφικός στροφίολος στρόφιον στρόφιος Στρόφιος στροφιοῦχος στροφίς στρόφις στροφίσκος στροφοδινέομαι στροφοδινέω στροφόομαι στροφοποιός στρόφος Στρόφος στροφόω Στροφφῆς στρόφω στροφώδης στροφωδῶς στρόφωμα στροφωμάτιον στροφωτήρ στροφωτός Στρτατήγιος Στρυβήλη στρύζω στρύθιον Στρυλένης Στρύμη Στρυμογένης Στρυμόδωρος Στρυμοκλῆς Στρυμονίας Στρυμονίδης Στρυμονικός Στρυμονικός κόλπος Στρυμόνιος Στρυμόνις στρύμοξ Στρύμος Στρυμών Στρύμων στρυνύζω στρυπτηρία στρυφαλίς Στρυφίδας στρυφνός στρύφνος στρυφνότης στρυφνόω στρύχνη στρύχνον στρύχνος Στρωβίλος στρῶμα στρωματεύς στρωματίζω στρωμάτιον στρωματίτης στρωματόδεσμον στρωματόδεσμος στρωματοθήκη στρωματοφθορέω στρωματοφύλαξ στρωμνά στρώμνα στρωμνάομαι στρωμνή στρωμνηφόρος στρώννυμι στρωννύω Στρωσίας στρῶσις στρωτήρ στρώτηρ στρωτηρίδιον στρωτήριον στρώτης στρωτός Στρωφακίδης Στρώφακος στρωφάω στρωφέομαι Στρωφῖνος στυαγόν Στύβερρα στύβη Στύβραξ στυγανός στυγάνωρ στύγαξ στύγει στυγερός στυγερότης στυγερώπης στυγερωπός στυγερῶς στυγέω στύγημα στυγηρός στυγητός στύγιος Στύγιος στυγνάζω στυγναλέος στύγνασις στυγνηγόρος στυγνία στυγνοποιέω στυγνοποιός στυγνός στυγνότης στυγνόχροος στυγνόω στύγνωσον στυγοδέμνιος στυγόδεμνος στύγος στυλάριον Στυλιανός στυλίδιον στυλίζω στυλίον στυλίς Στυλίς στυλίσκος στυλίτης στυλῖτις Στυλλάγιον στυλοβάτης στυλογλύφος στυλοειδής στυλοπινάκιον στῦλος στυλόω στύλωμα στύλωσις στυλωτός στύμα στῦμα στύμεον στύμμα στῦμμα στυμνός στύμος Στυμφαία Στυμφάλιος Στυμφαλίς Στύμφαλος Στυμφήλιος Στυμφηλίς Στύμφηλος Στυνδήρας στύξ Στύξ στύξαι στυπάζει στυπάζω στύπαξ στύπεα στυπεῖον στυπειοπώλης στύπειος στύπη στύπινος στυπίον στύπιον στυπιοποιός στυπιοπώλης στυπογλύφος στύπος στύππαξ Στύππαξ στυππέϊνος στυππεῖον στυππειοπλόκος στυππειοποιός στυππειοπώλης στύππειος στυππειουργός στυππεουργός στύππη στύππινος στυππίον στύππιον στυππύϊνος στυπτηρία στυπτηριακόν στυπτηρίζουσα στυπτήριος στυπτηριώδης στυπτικός Στύρα στυρακᾶτον στυρακίζω στυράκινος στυράκιον Στύρανος στύραξ Στύραξ στυρβάζω Στυρβάκας Στυρεύς στυριόω Στύσιππος στῦσις στυτικός στυφαλμεῖν στυφᾶν στυφεδανός στυφελιγμός στυφελίζω στυφελισμός στυφελός στυφελώδης στυφλάριος στυφλός στύφλος στυφνός στυφόεις στυφοκόμπος στυφοκόπος στυφός στύφος στυφότης στυφρός στύφω στυφώδης Στύφων στυφωνία στύψις στῦψις στύω στωά στῳά Στώαξ στῶαξ στῴδιον στωΐδιον στωϊκεύομαι στωϊκός Στωϊκός στωΐς Στῶλος στώμιξ στωμοδόκον στωμυλεύομαι στωμυλεύω στωμυλέω στωμυλήθρα στωμυλήθρας στωμυλήθρης στωμύληθρος στωμυλία στωμυλιοσυλλεκτάδης στωμυλλάομαι στωμύλλω στώμυλμα στωμύλος στωνευμέναν
memory