Dictionary

πτάζω πταίην πταῖμα πταίρω πταίσιμος πταῖσμα πταισμάτιον πταιστός πταίω πτακάδις πτακάλα πτάκις πτακισμός πτακωρέω πταλόν πτάμενος Πτᾶμος πτανάκα πτανός πτάξ πταρμική πταρμικός πταρμός πτάρνυμαι πτάρνυμι πταρτικός πτάρω πτάς πταώτην πτείρω πτεκάς πτέλας πτελέα Πτελέα πτελεάδες Πτελέανδε Πτελεατικός Πτελέη πτελέϊνος Πτελεόν Πτελεός πτελεώδης πτελεών Πτελεών Πτελλᾶς πτέλος πτέον πτεραφόρος Πτερέλας πτερίδιος Πτερίη πτερίνεον πτέρινος Πτέριοι πτέριον πτερίς πτέρις πτερίσκος πτέρισμα πτερισμός πτερλαφόρος πτέρνα πτέρνη πτερνίζω πτέρνιξ πτερνίον πτερνίς πτέρνις πτέρνισμα πτερνισμός πτερνιστής πτερνοβατέω πτερνοβάτης πτερνογλύφος Πτερνογλύφος πτερνοκοπέω πτερνοκοπίς πτερνοκόπις πτέρνος πτερνοτρώκτης Πτερνοτρώκτης πτερνοφάγος Πτερνοφάγος πτεροβάμων πτεροβόλος πτεροδόνητος πτεροδρομία πτεροείμων πτερόεις πτερόϊππος πτεροκοπέω πτέρομαι πτερόν πτερονόμος πτεροποιέω πτεροποίκιλος πτερόπους πτερορροέω πτερορρυέω πτερορρύησις πτερότης πτεροῦντος πτεροῦσσα πτερόφοιτος πτεροφόρας πτεροφόρος πτεροφυέω πτεροφυής πτεροφύησις πτεροφυΐα πτερόφυτος πτεροφύτωρ πτερόω πτερυγίζω πτερύγινος πτερύγιον πτερύγισμα πτερυγοειδής πτερυγοειδῶς πτερυγόομαι πτερυγοποίκιλος πτερυγοτομέω πτερυγοτόμος πτερυγοτύραννος πτερυγοφόρος πτερυγόω πτερυγώδης πτερυγωκής πτερύγωμα πτερυγωτός πτέρυξ πτέρυξις πτέρυσμα πτερύσσομαι πτερύττομαι πτέρωμα πτέρων Πτέρων πτερώνυμος πτέρως Πτέρως πτέρωσις πτερωτής πτερωτικός πτερωτός πτέσθαι Πτευναση πτῆμα πτήν πτῆναι Πτηνις πτηνοβόλος πτηνοδρομέω πτηνοκράτωρ πτηνολέτις πτηνοπέδιλος πτηνόπους πτηνός πτῆξις πτήσιμος πτῆσις πτήσσω πτητικός πτητικῶς πτίλλος πτιλοβάφος πτίλον πτιλόνωτος πτίλος πτιλόω πτίλωσις πτιλώσσω πτιλωτός πτισάνη πτισάνης πτίσανον πτισανορροφία πτισανορρυφία πτίσις πτίσμα πτισμός πτίσσω πτιστέον πτιστής πτιστικός πτίττω πτόα πτοαλέος πτοέω πτόη πτόησις πτοητός πτοία πτοιαλέος πτοιάω πτοιέω πτοίη πτοίησις πτοιητός πτοίνα Πτοιόδωρος πτοῖος πτοιώδης πτοιωτός Πτολᾶς Πτολέμα Πτολεμαεῖον Πτολεμαῖα Πτολεμαΐδης Πτολεμαϊκός Πτολεμαῖος Πτολεμαίς Πτολεμαΐς Πτολεμαίσαν Πτολέμαρχος Πτολεμᾶς Πτολέμας πτολεμίζω πτολεμιστής Πτολεμμᾶς πτόλεμόνδε πτόλεμος πτολιάρχης πτολίαρχος πτολίεθρον πτολίοικος πτολιπόρθης πτολιπόρθιος πτολίπορθος πτόλις πτόλισμα Πτόλιχος Πτολλαρίων Πτολλᾶς Πτολλίων πτορθάκανθος πτορθεῖον πτόρθιος πτόρθος πτορθοφορέω πτόρμος πτόρος Πτούδαγος Πτους πτοώδης πτυαλίζω πτυαλισμός πτύαλον πτυαλώδης πτυάριον πτυάς πτύγμα πτυγμάτιον πτύγξ πτυελίζω πτυελισμός πτύελον πτύελος πτυελώδης πτυΐδιον πτυκτίζω πτυκτίον πτυκτός πτύξ πτύξαγρις πτύξις πτύον πτυόφι πτύοχλον πτύρμα πτυρμός πτύρομαι πτυρτικός πτύρω πτύσις πτύσμα πτυσμός πτύσσω πτύσχλοι πτυχή Πτυχία πτυχίον πτύχιον πτύχιος πτυχίς πτύχλοι πτυχώδης πτύω Πτωϊεύς Πτωΐλλει Πτωΐλλεια Πτωΐλλεις Πτωΐλλη Πτωϊνός Πτωϊοδώρα Πτωϊόδωρος Πτωϊοκλεῖς Πτώϊος Πτωϊότιμος Πτωϊόφεστος Πτωϊόφηστος Πτωΐς Πτωΐων πτωκάζω πτωκάς πτῶμα Πτωμαις πτωματίζω πτωματικός πτωμάτιον πτωματίς πτωματισμός πτώξ Πτῷον Πτῷος Πτῴου Ἀπόλλωνος τό τέμενος πτώσιμος πτῶσις πτωσκάζω πτώσσω πτωτικός πτωτός πτωχαλαζών πτωχάς πτωχεία πτωχεῖον πτωχελένη πτωχεύω πτωχηΐη πτωχίζω πτωχικός πτωχῖον πτωχίστερος πτωχοδοχεῖον πτωχόμουσος πτωχοπλούσιος πτωχοποιός πτωχός πτωχότης πτωχοτροφεῖον πτωχοτροφέω πτωχοτροφία πτωχοτρόφος πτωχοφανής πτωχῶς
memory