GRC

ἄριστος

download
JSON

Bailly

η, ον [ᾰ] sert de superl. à ἀγαθός (cf. le compar. ἀρείων) excellent ; le meilleur, le plus brave, le plus noble, etc. HOM. etc. ; ἄ. τινι, IL. 9, 54, etc. ; OD. 4, 211, etc. ou ἄ. τι, IL. 3, 39, le meilleur en qqe ch. ; avec l’inf. HDT. 3, 80 ; THC. 3, 38 ; XÉN. Cyr. 5, 4, 44, très bon ou très propre à, etc. ; dans le dialoque : ὦ ἄριστε, ὦ ἄριστοι, PLAT. Prot. 315 d ; Rsp. 338 d, 349 e, etc. mon bon, mes très chers ; plur. neutre adv. ἄριστα, très bien, parfaitement, IL. 3, 110 ; OD. 13, 365 ; ATT. ; dans les réponses, ἄριστα, PLAT. Tim. 29 d ; ἄριστά γε, PLAT. Leg. 668 e.

➳ Par crase, ὤριστος (sel. d’autres, ὥριστος) = ὁ ἄριστος, IL. 11, 288, etc. ; OD. 17, 416 ; PLAT. Men. 77 c (var. ὦ ἄριστε).

Étym. incert. ; cf. p.-ê. le préf. ἀρι- ou p.-ê. ἀραρίσκω, « le plus apte ».

Bailly 2020 Hugo Chávez Gérard Gréco, André Charbonnet, Mark De Wilde, Bernard Maréchal & contributeurs / Licence Creative Commons Attribution - Pas d'Utilisation Commerciale - Pas de Modification — « CC BY-NC-ND 4.0 »

LSJ

η, ον, (with Art. Ep. ὤριστος Il. 11.288, Att. ἅριστος) best in its kind, and so in all sorts of relations, serving as Sup. of ἀγαθός ; of persons, best in birth and rank, noblest; hence, like ἀριστεύς, a chief, Ἀργείων οἱ ἄριστοι Il. 4.260, cf. 6.209; ἄ. ἔην πολὺ δὲ πλείστους ἄγε λαούς 2.580; θεῶν ὕπατος καὶ ἄ. 19.258; πατρὸς πάντων ἀ. παῖδα S. El. 366; ἀνδρῶν τῶν ἀ. ὁμιλίη, opp. δῆμος, Hdt. 3.81, cf. Cic. Att. 9.4.2.
best in any way, bravest, ἀνδρῶν αὖ μέγ’ ἄ. ἔην Τελαμώνιος Αἴας Il. 2.768, cf. 7.50, etc. ; οἰωνοπόλων, σκυτοτόμων ὄχ’ ἄ., 6.76, 7.221. c. dat. modi, βουλῇ μετὰ πάντας… ἔπλευ ἄ. 9.54, al. ; ἔγχεσιν εἶναι ἀρίστους Od. 4.211. c. acc. rei, εἶδος ἄριστε Il. 3.39; ψυχὴν ἄ. Ar. Nu. 1048. c. inf., ἄριστοι μάχεσθαι X. Cyr. 5.44.44; ἄ. διαβολὰς ἐνδέκεσθαι readiest to give ear to calumnies, Hdt. 3.80; ἄ. ἀπατᾶσθαι best, i.e.
easiest, to cheat, Th. 3.38.
morally best, εἴς τινα E. Alc. 83 (lyr.); οἱ ἄ. ἁπλῶς κατ’ ἀρετήν Arist. Pol. 1293b3.
best, most useful, πόλει E. Fr. 194 codd. (leg. ἀρεστός) αὑτῷ Id. Heracl. 5. of animals, things, etc., best, finest, ἵπποι Il. 2.763; μήλων, ὑῶν, Od. 9.432, 14.414; τεύχε’ ἄριστα Il. 15.616; χῶρος Od. 5.442; ποταμῶν ἄ. τά τε ἄλλα καὶ ἀκέσασθαι Hdt. 4.90; ἄριστα φέρεσθαι win an excellent reward, S. El. 1097 (lyr.). neut. pl. as Adv., ἄριστα best, most excellently, ὄχ’ ἄ. Il. 3.110, Od. 13.365, cf. Hdt. 1.193, al., etc. ; ἄριστά γε, in answers, well said! Pl. Tht. 163c; later also ἀρίστως Iamb. Myst. 3.14.
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)

Pape

(vgl. ἀρείων), superlat. zu ἀγαθός, der Beste ; bei Hom. bes. Bezeichnung der tapfersten Helden, der Vornehmen, Fürsten ; οὕνεκ' ἄριστος ἔην Il. 2.580 ; ἄνδρα ἄριστον 5.839 ; φῶτες ἄριστοι 18.230 ; λαὸν ἄριστον Od. 11.500 ; πολὺ πλεῖστοι καὶ ἄριστοι λαοί Il. 2.577 ; ἄριστον Ἀχαιῶν 1.244 ; Ἀργείων πάντας ἀρίστους 3.19 ; δύ' ἀνέρε δήμου ἀρίστω 12.447 ; ἕταρον, φαινομένων τὸν ἄριστον 10.236 ; ἄριστος ἐνὶ Θρῄκεσσι τέτυκτο 6.7 ; ὅσσοι ἄριστοι ἐνὶ στρατῷ εὐχόμεθ' εἶναι 15.296 ; verstärkt durch μέγα, πολλόν, ὄχα, ἔξοχα : ὃς μέγ' ἄριστος Ἀχαιῶν εὔχεται εἶναι 2.82 ; πολλὸν ἄριστος ἀνήρ Od. 15.521 ; τίς τ' ἂρ τῶν ὄχ' ἄριστος ἔην Il. 2.761 ; δύο δ' ἀνέρες ἔξοχ' ἄριστοι 20.158 ; mit dat.: ἀρετῇ δ' ἔσαν ἔξοχ' ἄριστοι Od. 4.629 ; οἱ γὰρ μνηστήρων ἀρετῇ ἔσαν ἔξοχ' ἄριστοι 22.244 ; ἄριστος Ἀχαιῶν τοξοσύνῃ, ἀγαθὸς δὲ καὶ ἐν σταδίῃ ὑσμίνῃ Il. 13.313 ; ὅσσον δυνάμει τε καὶ ἥμασιν ἔπλευ ἄριστος 23.891 ; υἱέας αὖ πινυτούς τε καὶ ἔγχεσιν εἶναι ἀρίστους Od. 4.211 ποσὶ κραιπνῶς θέομεν καὶ νηυσὶν ἄριστοι 8.247 ; βουλῇ μετὰ πάντας ὁμήλικας ἔπλευ ἄριστος Il. 9.54 ; βροτῶν ὄχ' ἄριστος ἁπάντων βουλῇ καὶ μύθοισιν Od. 13.297 ; mit acc.: νεῖκος ἄριστε, v.l. νείκει, Il. 23.483 ; εἶδος ἄριστε 3.39 ; ἄριστος ἔην εἶδός τε δέμας τε τῶν ἄλλων Δαναῶν μετ' ἀμύμονα Πηλείωνα Od. 11.469 ; mit inf.: τῶν δὲ θέειν ὄχ' ἄριστος ἔην Κλυτόνηος Od. 8.123 ; οὕνεκ' ἄριστοι πᾶσαν ἐπ' ἰθύν ἐστε μάχεσθαί τε φρονέειν τε Il. 6.78 ; von den Göttern  : Ζηνὸς τοῦ ἀρίστου Il. 14.213 ; Ζεύς, θεῶν ὕπατος καὶ ἄριστος 19.258 ; φησὶν γὰρ ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσιν κάρτεΐ τε σθένεΐτε διακριδὸν εἶναι ἄριστος 15.108 ; Ζεύς, τόν περ ἄριστον ἀνδρῶν ἠδὲ θεῶν φασ' ἔμμεναι 19.95 ; den Poseidon nennt Zeus πρεσβύτατον καὶ ἄριστον Od. 13.142 ; ἄριστοι ἀθανάτων Il. 20.122 ; θεάων ἀρίστη, Hera, 18.364 ; ἄριστοι μάρτυροι, die Götter, 22.254 ; ἱερῆας ἀρίστους 9.575 ; Πολυφείδεα μάντιν Ἀπόλλων θῆκε βροτῶν ὄχ' ἄριστον Od. 15.253 ; οἰωνοπόλων ὄχ' ἄριστος Il. 1.69 ; σὺν ἀνδράσιν οἳ τότ' ἄριστοι ἦσαν ἐνὶ Τροίῃ τέκτονες ἄνδρες 6.314 ; σκυτοτόμων ὄχ' ἄριστος Il. 7.221 ; Φαιήκων βητάρμονες ὅσσοι ἄριστοι Od. 8.250 ; χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι Il. 24.261 ; von Weibern : γυναικῶν εἶδος ἀρίστη Od. 7.57 ; θυγατρῶν εἶδος ἀρίστην Il. 6.252 ; ἑπτὰ ἔξοχ' ἀρίστας, κούρας, 9.638 ; δμωάων ἥ τίς τοι ἀρίστη φαίνεται εἶναι Od. 15.25 ; von Tieren : ἵπποι μέγ' ἄρισται ἔσαν Φηρητιάδαο Il. 2.763 ; ἄριστοι ἴππων 5.266 ; συῶντὸν ἄριστον Od. 14.108 ; σιάλων τὸν ἄριστον ἁπάντων 14.19 ; τρεῖς σιάλους, οἳ ἔσαν μετὰ πᾶσιν ἄριστοι 20.163 ; ἀρνειός, μήλων ὄχ' ἄριστος ἁπάντων 9.432 ; αἰγῶν ὅς τις φαίνηται ἄριστος 14.106 ; βοῦν, ἥ τις ἀρίστη Il. 17.62 ; von andern Sachen : τῇ δή οἱ ἐείσατο χῶρος ἄριστος Od. 5.442 ; τεύχε' ἄριστα Il. 15.616 ; ἀσπίδες ὅσσαι ἄρισται ἐνὶ στρατῷ ἠδὲ μέγισται 14.371 ; νῆα, ἥ τις ἀρίστη Od. 1.280 ; εἰδήσεις ὅσσον ἄρισται νῆες ἐμαί 7.327 ; χηλόν, ἥ τις ἀρίστη 8.424 ; ἀρίστην βουλήν Il. 9.74 ; μῆτιν ἀρίστην 17.634 ; εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης 12.243 ; τόδε μέγ' ἄριστον' ἔρεξεν 2.274 ; ὃ γάρ κ' ὄχ' ἄριστον ἁπάντων εἴη 12.344 ; δοκέει δέ μοι εἶναι ἄριστον Od. 5.360 ; ὥς μοι δοκεῖ εἶναι ἄριστα Il. 9.103 ; ὅπως ὄχ' ἄριστα μετ' ἀμφοτέροισι γένηται 3.110 ; ἦ σοῐ ἄριστα πεποίηται κατὰ οἶκον πρὸς Τρώων 6.56. Statt ὁ ἄριστος öfters ὤριστος, z.B. ἀνὴρ ὤριστος Il. 11.288 ; θεῶν ὤριστος 13.154 ; λοῖσθος ἀνὴρ ὤριστος ἐλαύνει ἴππους 23.536 ; οὐ μέν μοι δοκέεις ὁ κάκιστος Ἀχαιῶν ἔμμεναι, ἀλλ' ὤριστος : Od. 17.416. Bei Art. oft sittliche Vorzüge ; doch nicht selten tapfer, Plat.; Xen.; ὦ ἄριστε, eine häufige Anrede bei Plat.
Pape, Griechisch-deutsches Handwörterbuch (3. Aufl., 1914)
See also: Ἄριστος
memory