GRC

κῦρος

download
JSON

Bailly

εος-ους (τὸ) :
      1
autorité souveraine, puissance de faire ou de ne pas faire, droit de décider : κ. ἔχειν ἀμφί τινος, ESCHL. Suppl. 391 ou περί τινος, PLAT. Crat. 435 c, avoir force de loi, càd. plein pouvoir sur qqn ou qqe ch. ; τῶν πραγμάτων τὸ κ. ἔχειν, HDT. 6, 109, avoir plein pouvoir pour faire certaines ch. ; ἅπαν τὸ κ. ἔχειν, THC. 5, 38, avoir absolument plein pouvoir ;
      2 ratification, sanction, d’où garant, SOPH. El. 919 ; ἔχειν κ. SOPH. O.C. 1780 ; τὸ κ. λαμϐάνειν, DC. 38, 17 ; 41, 3, être confirmé ou sanctionné.

Étym. κύριος.

Bailly 2020 Hugo Chávez Gérard Gréco, André Charbonnet, Mark De Wilde, Bernard Maréchal & contributeurs / Licence Creative Commons Attribution - Pas d'Utilisation Commerciale - Pas de Modification — « CC BY-NC-ND 4.0 »

LSJ

εος, τό, supreme power, authority, κ. ἔχειν ἀμφί τινος A. Supp. 391; τῶν πρηγμάτων τὸ κ. ἔχειν Hdt. 6.109; ἅπαν τὸ κ. ἔχειν Th. 5.38, cf. Pl. Grg. 450e, al. ; κ. ἔχειν περί τινος Id. Cra. 435c; τὸ κ. τῆς ἐνεργείας principle or origin of a function, Gal. 10.459. concrete, one invested with authority, Pl. Lg. 700c.
confirmation, validity, ἔχειν κ., = κεκυρῶσθαι, S. OC 1779 (anap.), cf. POxy. 2110.12 (iv AD), etc. ; ἡ νῦν… ὑπάρξει κ. ἡμέρα καλῶν S. El. 919; κ. λαβεῖν, of a law, to be ratified, D.C. 38.17, al. ; — κῦρος and all derivs. are post-Hom. (Cf. Skt. śūas ΄valiant΄, OIr. caur ΄hero΄, Welsh cawr ΄giant΄.)
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)

Pape

τό (vgl. κάρη, κόρυς), eigtl. die Hauptsache, auf der Alles beruht, daher die Gewalt, Macht ; ὡς οὐκ ἔχουσι κῦρος οὐδὲν ἀμφὶ σοῦ Aesch. Suppl. 386 ; τούτων τῶν πρηγμάτων τὸ κῦρος ἔχειν, die höchste Gewalt in Staatssachen, Her. 6.109 ; τὸ δὲ κῦρος τούτων γνῶναι οὐ σύριγξ ἦν Plat. Legg. III.700c, vgl. Gorg. 430e ταῖς τέχναις πᾶσα ἡ πρᾶξις καὶ τὸ κῦρος διὰ λόγων ἐστί u. ὅτι ἡ διὰ λόγου τὸ κῦρος ἔχουσα ῥητορική ἐστί ; Crat. 433c κῦρος ἔχειν περί τινος ; auch Sp., wie DC. 53.17, μοναρχία γάρ, εἰ καὶ τὰ μάλιστα καὶ δύο καὶ τρεῖς ἅμα τὸ κῦρός ποτε ἔσχον, ἀληθέστατα ἂν νομίζοιτο. – Daher auch Begründung, Veranlassung, ἡ δὲ νῦν ἴσως πολλῶν ὑπάρξει κῦρος ἡμέρα καλῶν, Soph. El. 907, wird viel Gutes bringen. – Πάντως γὰρ ἔχει τάδε κῦρος, ist bestätigt, O.C. 1776, u. so öfter bei Sp.
Pape, Griechisch-deutsches Handwörterbuch (3. Aufl., 1914)
See also: Κῦρος
memory