GRC

τριτοπηλίς

download
JSON

LSJ

σκορόδων δέσμη, ἀπὸ τοῦ πεπιλῆσθαι καὶ συνεστράφθαι, Hsch. (v. τρόπαλις).
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)
memory