GRC

σκαριφεύω

download
JSON

LSJ

= σκαριφάομαι.
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)

Pape

[ῑ], = σκαριφάομαι, erklärt Schol. Ar. Ran. 1493 : τὸ τοὺς ζωγράφους ὑποτυπῶσαι πρῶτον τοὺς γραφομένους.
Pape, Griechisch-deutsches Handwörterbuch (3. Aufl., 1914)
memory