GRC

σάλαγξ

download
JSON

LSJ

ἰχθῦς ἀγαθός, καὶ μεταλλικὸν σκεῦος, Hsch. (Cf. σάλαξ, σηλαγγεύς.)
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)
memory