LSJ
(sc. τέχνη), ἡ, any art over which the Muses presided, esp.
poetry sung to music, Pi. O. 1.15, Hdt. 6.129; μουσικῆς ἀγών Th. 3.104, cf. IG1². 84.16, etc. ; ποίησις ἡ κατὰ μουσικήν Pl. Smp. 196e, cf. 205c; τίς ἡ τέχνη, ἧς τὸ κιθαρίζειν καὶ τὸ ᾄδειν καὶ τὸ ἐμβαίνειν ὀρθῶς ; Answ. μουσικήν μοι δοκεῖς λέγειν Id. Alc. 1.108d. = ἀγὼν μουσικῆς, IG 12(9).189.8 (Eretria, iv BC). generally, art or letters, μουσικῇ καὶ πάσῃ φιλοσοφίᾳ προσχρώμενος Pl. Ti. 88c, cf. Phd. 61a, Prt. 340a; μουσική, γράμματα, γυμναστική, as three branches of education, Id. R. 403c, cf. X. Lac. 2.1; with γραφική added, Arist. Pol. 1337b24; ἐν μουσικῇ καὶ γυμναστικῇ παιδεύειν Pl. Cri. 50d; metaph, εὑρὼν ἀκριβῆ μ. ἐν ἀσπίδι E. Supp. 906.
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)