GRC

λειοκόνιτος

download
JSON

LSJ

ἡ τελείως ὡς κόνις διαλελυμένη, λείως γὰρ τελείως, Hsch. ; cf. λεωκόνιτος.
Liddell-Scott-Jones, Greek-English Lexicon (9th ed., 1940)
memory